Τρίτη 16 Δεκεμβρίου 2008

Φεγγάρια της ζωής μας


Κι όπως έρχεται η νύχτα και σκεπάζει τη φύση γύρω σου με το βελούδινο πέπλο της κι αφουγκράζεσαι πλέον όσα στο φως της μέρας απλά περνούν δίπλα σου αθέατα και χάνονται την ίδια στιγμή, γιατί απλά δεν μπορείς ή δε θες να τ’ αντικρίσεις κυριευμένος από βίαια συναισθήματα που σου υπαγορεύουν άλλοι - άλλωστε η μέρα δε σου ανήκει - νιώθεις ξαφνικά (χωρίς να το επιδιώξεις χωρίς να απευθύνεις πρόσκληση σε κανέναν εισβολέα στην ψυχή σου) την ατυχία της ύπαρξής μας κι την άχαρη μοίρα που, όντας θνητοί ,δεν έχουμε ούτε τη ούτε τη δυνατότητα ούτε το δικαίωμα να μετρήσουμε οι ίδιοι τις χάντρες της μικρής κι ασήμαντης ζωής μας, το μήκος της κλωστής μας που θα κοπεί συμπαρασύροντάς μας σ' ένα μονόδρομο, σε ατραπούς που γυρισμό δεν έχουν, παρά σερνόμαστε στη διάβα του χρόνου ανήξεροι κι αγνοώντας σε ποια βράχια θα μας ρίξει να τσακιστούμε… Κι αγκαλιάζεις την ερώτηση που μας ταλανίζει από την πρώτη στιγμή που ξύπνησε η λογική μας... Άραγε θα το ξαναδώ?

Τι είναι αυτό που ορίζουμε ως πραγματικότητα? Τα όσα αντιλαμβανόμαστε με τα μάτια ανοιχτά? Και τι είναι αυτό που εμφανίζεται ξαφνικά μπροστά μας όταν κλείνουμε τα μάτια αντικρίζοντας το έντονο μαύρο του χάους του μυαλού μας για μια στιγμή, που την αμέσως επόμενη στιγμή γεμίζει χιλιάδες χρώματα, μύρια αρώματα, άπειρα αισθήματα… μια ψευδαίσθηση και μόνο? Μήπως με το ανοιγοκλείσιμο των ματιών μας κινούμαστε πάνω στη διαχωριστική γραμμή που χωρίζει την τρέλα από τη λογική? Κι είναι λογική η εμφανής πραγματικότητα με τη στείρα μορφή της και μη λογικές οι καλυμμένες σκέψεις μας που ζουν στο χάος του μυαλού μας, στο βάρος των οποίων δεν είναι λίγες οι φορές που σπάμε?

Πόσα όμορφα χάθηκαν στην πορεία της ζωής μας, πόσα άσχημα κάλυψαν την ομορφιά και πόση νοσταλγία ξεπηδά σκορπώντας πόνο και μελαγχολία σε ώρες που δεν πρέπει να το κάνει γιατί απλά δεν το αντέχεις...

Δεν ξέρω αν υπάρχει κάτι πιο επιβλητικό από την ουράνια συντροφιά που μας συντροφεύει ανοίγοντας και κλείνοντας το μάτι της κατά περιόδους οδηγώντας τις σκέψεις μας και τα συναισθήματα μας εκεί που αυτή θέλει... Και συναισθήματα να μην υπάρχουν αυτό θε να τα σπείρει. Κι αν είναι φυσικός ο δορυφόρος σπονδή στο άναρχο Θείο που τον δημιούργησε… κι αν πάλι είναι τεχνητός σπονδή στη άναρχη μεγαλοφυΐα που τον κατασκεύασε…

Ολόγιομο φεγγάρι στο απλωμένο άπειρο, να σπέρνει συναισθήματα και να θερίζει μνήμες, μνήμες όμορφες, μνήμες αθώες, μνήμες που πονάνε, μνήμες που σ’ οδηγούν πίσω στο χρόνο… Και ξάφνου γίνεσαι ταξιδιώτης ονείρων καθώς σε τύλιξε με το φως του, φως δανεικό αλλά τόσο υπέροχο, τόσο γλυκό. Είναι αυτό που θέλεις, είναι αυτό που δεν έχεις κι είναι αυτό που δε θα έχεις ποτέ. Αλλά όταν ταξιδεύεις ως λαθρεπιβάτης σ’ όνειρα, όλα σου ανήκουν, τείχη γκρεμίζονται, κλειδαριές θρυμματίζονται, θύρες αιώνια σφαλισμένες ανοίγονται ορθάνοιχτα και δε θα κλείσουν ποτέ, ποτέ όσο διαρκεί το φως που ακατάπαυστα σε λούζει από αυτό το ουράνιο σώμα που σε κοιτάει τόσο προσεχτικά εσένα και μόνο εσένα… θα σβήσουν αμέσως μετά τα όνειρα αλλά λίγο σε νοιάζει, η στιγμή που βιώνεις είναι αθάνατη και κανείς δε θα σου την πάρει…

Κοιτάς τις κηλίδες του φεγγαριού και σου θυμίζουν τις κηλίδες της ψυχής σου. Κάθε φεγγάρι σου λέει μια άλλη ιστορία… ιστορία στη χάση και στη φέξη του φεγγαριού, στη χάση και στη φέξη γεγονότων της σύντομης ζωής σου ή αντίστροφα δεν έχει καμία σημασία…

Τι είναι ο χρόνος αν όχι μια ονειροπαγίδα … ξεκινάς να γράψεις τις σκέψεις σου και αντικρίζεις το μέλλον ν΄ ανοίγεται… περνάς τις σκέψεις σου στο ψηφιακό χαρτί για να τις μεταφέρεις στο παρόν και με ανάμεικτα συναισθήματα διαβάζεις τα όσα απλά έτρεξαν και εμφανίστηκαν μπροστά σου, χαμένα στο παρελθόν πια… Ο χρόνος στο ρόλο που του ταιριάζει απόλυτα: αμείλικτος δυνάστης, κι ο άνθρωπος στο ρόλο που δε διάλεξε ποτέ: παρατηρητής μιας ακατάπαυτης εναλλαγής μεταβλητών που ουδέποτε ήθελε να χρησιμοποιήσει για να λύσει την εξίσωση της ζωής του…

Χαμένα όνειρα, κάτι σαν τις χαμένες πατρίδες… Όμως μια στιγμή, δεν υπάρχουν χαμένες πατρίδες, μόνο αλησμόνητες… Αλησμόνητα όνειρα λοιπόν που προσδοκούν να βάλουν στην παρέα τους νέα όνειρα, πιο όμορφα, πιο πολύχρωμα, πιο μελωδικά…

Ένα πολύχρωμο κουτί κουβαλάει ο καθένας μας μαζί του στη διάβα της ζωής του… Πολύχρωμο σαν το όνειρα που κάναμε παιδιά, ανάλογο με το κουτί της Πανδώρας… Με υπομονή κουβαλάμε το βάρος του που άλλοτε το νιώθουμε γλυκό κι άλλοτε ασήκωτο… Και δεν υπάρχει στιγμή που δε μας τρώει η περιέργεια για το περιεχόμενο του κουτιού που μας δόθηκε να κουβαλάμε… Η λογική προτρέχει βιαστικά όπως μας αποτρέπει από παράλογες πράξεις… Μην ανοίξεις το κουτί, απλά κουβάλησέ το, απλά έχε το μαζί σου, δικό σου και μόνο, όμως μην δεις τα όσα κρύβει, μη δεις τα όσα περιέχει… Είναι δικά σου αλλά όχι για σένα…

Η άγνοια είναι ευτυχία και η περιέργεια σαράκι που σε σιγοτρώει… Και τελικά παίρνεις τη μεγάλη απόφαση…

Με μια βίαια κίνηση θ’ ανοίξεις το κουτί, δικό σου άλλωστε… και όσα ξεπηδήσουν δικά σου και πάλι, μύρια όμορφα ή μύρια άσχημα… Κι αν είσαι τυχερός δε θα σε δουν οι Ερινύες, μόνο αν είσαι τυχερός…

Δυο πράγματα σου δόθηκαν και είναι καταδικά σου… η ζωή σου κι ο θάνατός σου. Μόνος σου ήρθες, μόνος σου θα φύγεις και συντροφιά καμία στα δυο σου αυτά ταξίδια δε θα δεις μέχρι ν’ αντικρίσεις το Βαρκάρη, μια συντροφιά που δεν τη θέλησες ποτέ αλλά που θα γευτείς όσο κι αν δε θέλεις, όσο κι αν φοβάσαι… Το ενδιάμεσο όμως σύντομο διάστημα το χαρίζεις σ’ οποιονδήποτε πέραν του εαυτού σου… Ανθρώπινο μεγαλείο ή μωρία ανείπωτη?

Πόσα πράγματα κυλούν γύρω μας αθόρυβα… τα πιο όμορφα τα πιο σημαντικά είναι αθόρυβα και χάνονται στην εκκωφαντική καθημερινότητα της μίζερης ζωής μας. Άχαροι ήχοι και κραυγές γύρω μας, γκρίζα χρώματα ξεθωριασμένα χρώματα ιδωμένα μέσα από το πρίσμα της δικής μας τρισυπέροχης οπτικής γωνίας όπου μας τοποθέτησε η κοινωνία για τους δικούς της λόγους και τις δικές της ανάγκες για να μας υπηρετήσει κονιορτοποιώντας τις αισθήσεις μας. Τυφλοί κι αόμματοι σερνόμαστε στο σκοτάδι , κουφοί κινούμαστε ανάμεσα σε ήχους που δεν μας αγγίζουν πια, χωρίς αφή απλώνουμε τα χέρια μας στο μέλλον, μ’ αλλοιωμένη τη γεύση μας γευόμαστε τις συνέπειες των πράξεών μας, κι η όσφρηση που χάθηκε λίγο μας χαλάει, κι ο κίνδυνος να παραμονεύει παντού γύρω μας, δορυφόρος της ζωή μας, ειδικά τώρα που δεν μπορούμε να τον μυρίσουμε…

Τόσα όμορφα πράγματα γύρω μας σκόρπια και χαμένα… μια όμορφη λέξη, ένα απαλό χάδι σαν αεράκι στο πρόσωπο… ένα άγγιγμα που αναστατώνει τις αισθήσεις σου και γεννάει συναισθήματα… Ας μην τα δώσουμε σημασία, υπάρχουν σημαντικότερα πράγματα που επιβάλλεται να στρέψουμε την προσοχή μας… Υπάρχει αρκετός χρόνος ν’ ασχοληθούμε αργότερα με τα πρώτα…

Υπάρχει χρόνος??? Πόσο χρόνο θεωρείς ότι έχεις στη διάθεσή σου ανόητε, τρισάθλιε θνητέ? Και πώς θα ορίσεις κάτι που δε δύναται να οριστεί?


Because we do not know when we shall die, we get to think of life as an inexhaustible well. And yet, everything happens only a certain number of times, and a very small number really. . . . How many times will you remember a certain afternoon of your childhood? An afternoon that is so deeply a part of your being that you can't even conceive of your life without it? Perhaps four or five times more? Perhaps not even that. How many times will you watch the full moon rise? Perhaps twenty. And yet it all seems limitless. - Brandon Lee